Σύνδρομο Καρπιαίου Σωλήνα

Το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα αποτελεί την πιο συχνή πιεστική νευροπάθεια και εμφανίζεται συχνότερα σε γυναίκες, στην ηλικιακή ζώνη των 50 ετών. Πρόκειται ουσιαστικά για την εμφάνιση συμπτωμάτων λόγω της πίεσης του μέσου νεύρου στον καρπιαίο σωλήνα. Ο καρπιαίος σωλήνας είναι ένα τούνελ στον καρπό που δημιουργείται από τα οστά του καρπού και τον εγκάρσιο σύνδεσμο. Μέσα από αυτό το τούνελ περνάει το μέσο νεύρο και οι καμπτήρες τένοντες των δακτύλων και του αντίχειρα.

Αίτια
Τα αίτια της πίεσης του μέσου νεύρου και της εμφάνισης του συνδρόμου μπορεί να είναι ανατομικά (πάχυνση ή ίνωση των φυσιολογικών ανατομικών δομών), αναπτυξιακά (ανώμαλοι μύες), ορμονικά (εγκυμοσύνη, διαβήτης, υποθυρεοειδισμός), φλεγμονώδη (τενοντίτιδα των καμπτήρων, ρευματοειδής αρθρίτιδα) ή τραυματικά (κατάγματα και εξαρθρήματα του καρπού). Επίσης τα μορφώματα (πχ γάγγλια) που καταλαμβάνουν χώρο στον καρπιαίο σωλήνα μπορεί να προκαλέσουν τα ίδια συμπτώματα, ενώ οι επαναλαμβανόμενες κινήσεις, οι ακραίες θέσεις και οι έντονοι κραδασμοί (χειριστές κομπρεσέρ, ποδηλάτες) έχουν ενοχοποιηθεί για την εμφάνιση του συνδρόμου.

Συμπτώματα
Το μέσο νεύρο παρέχει την αίσθηση στον αντίχειρα, το δείκτη και το μέσο δάκτυλο και την κίνηση στον αντίχειρα. Έτσι τα συμπτώματα που προκαλεί η πίεσή του είναι μουδιάσματα στα δάκτυλα, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της νύκτας, βύθιο πόνο στην παλάμη και αδυναμία στη σύλληψη των αντικειμένων σε πιο προχωρημένα στάδια. Πολλοί ασθενείς αναφέρουν ότι τους πέφτουν αντικείμενα από τα χέρια ή ότι αισθάνονται ότι έχουν χάσει τη δεξιότητα των χεριών τους. Η παρατεταμένη πίεση του νεύρου μπορεί να οδηγήσει σε μυϊκή ατροφία και μη αναστρέψιμη μυϊκή αδυναμία, οπότε η θεραπεία πρέπει να γίνεται εγκαίρως.

Διάγνωση
Η διάγνωση γίνεται εύκολα κλινικά, με απλές δοκιμασίες, αλλά είναι καλό να επιβεβαιώνεται με ένα ηλεκτρομυογράφημα, το οποίο προσδιορίζει το βαθμό και το επίπεδο της πίεσης του νεύρου και γίνεται και στα δύο χέρια συγκριτικά.

Θεραπεία
Το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα θεραπεύεται χειρουργικά. Η εφαρμογή ναρθήκων και οι τοπικές εγχύσεις γίνονται μόνο για την ανακούφιση των συμπτωμάτων και δεν λειτουργούν θεραπευτικά. Στο χειρουργείο γίνεται διατομή του εγκαρσίου συνδέσμου είτε ανοικτά είτε ενδοσκοπικά, ώστε να αρθεί η πίεση στο μέσο νεύρο.

Η εγχείρηση είναι μικρής διάρκειας, μπορεί να γίνει και με τοπική αναισθησία και δεν χρειάζεται νοσηλεία. Μετά το χειρουργείο το χέρι έχει μια ελαστική επίδεση, τοποθετείται σε απλή ανάρτηση και ο ασθενής ενθαρρύνεται να κινεί συνεχώς τα δάκτυλά του. Τα συμπτώματα υποχωρούν αμέσως, ειδικά τα μουδιάσματα εξαφανίζονται από την πρώτη μετεγχειρητική μέρα. Τα ράμματα αφαιρούνται σε 15 ημέρες, οπότε και μπορεί ο ασθενής να επανέλθει πλήρως σε όλες τις δραστηριότητές του.